(alert-success)
Του ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΣΤΕΦΑΝΑΔΗ, καθηγητή Καρδιολογίας, διευθυντή Α’ Καρδιολογικής Κλινικής Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, «Ιπποκράτειο» ΓΝΑ, προέδρου Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών.
Οι εναλλαγές κλιματικών συνθηκών δεν έχουν επίδραση μόνο στην ομοιόσταση του περιβάλλοντος αλλά και στην καρδιαγγειακή υγεία. Οι εποχικές αλλαγές του περιβάλλοντος, η έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, η ρύπανση του περιβάλλοντος, οι ιογενείς λοιμώξεις, η δίαιτα και η θερμοκρασία αποτελούν σημαντικούς παράγοντες που οδηγούν στην αυξημένη νοσηρότητα των πληθυσμών.
Είναι γνωστές οι επιδράσεις του ψυχρού κλίματος στην υγεία καθώς κάθε χειμώνα οι θάνατοι εμφανίζουν αύξηση κατά 10-15% σε σχέση με τον υπόλοιπο χρόνο, ενώ σε υποθερμία αποδίδονται και αρκετοί θάνατοι ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν έλλειψη συντονισμού, σύγχυση, μειωμένα αντανακλαστικά, ρίγος και υπνηλία. Τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι διατρέχουν το μεγαλύτερο κίνδυνο.
Ιδιαίτερα οι άνθρωποι καθώς γηράσκουν χάνουν την ικανότητα διατήρησης φυσιολογικής θερμοκρασίας σώματος, ενώ συχνά εμφανίζουν μειωμένη ευαισθησία στο κρύο και μπορεί να οδηγηθούν σε υποθερμία χωρίς έκδηλα συμπτώματα στην αρχή. Αλλά και ο ζεστός καιρός προκαλεί αφυδάτωση, υπερθερμία και θερμοπληξία, ιδιαίτερα εάν η υγρασία είναι άνω του 70% και η θερμοκρασία έχει υπερβεί τους 35 βαθμούς Κελσίου, καθώς εμποδίζεται η διατήρηση της φυσιολογικής θερμοκρασίας του σώματος.
Η άσκηση σε θερμό και υγρό περιβάλλον επιβαρύνει την καρδιακή λειτουργία καθώς με τον ιδρώτα υπάρχει αυξημένη απώλεια υγρών, που οδηγεί σε μείωση του ολικού όγκου υγρών του οργανισμού μας, αύξηση της ολικής θερμοκρασίας σώματος και αύξηση του καρδιακού έργου στην προσπάθεια τροφοδότησης με αίμα των ασκούμενων μυών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της αυξημένης θνητότητας που προκαλείται είναι το γεγονός ότι, κατά το κύμα καύσωνα του 2003, υπολογίζεται πως συνέβησαν 35.000 θάνατοι περισσότεροι του συνήθους αριθμού κατά τις πρώτες δύο εβδομάδες του Αυγούστου.
Τα τελευταία χρόνια γίνεται εκτεταμένος λόγος για την ατμοσφαιρική ρύπανση. Παρ’ όλο που ο σχετικός κίνδυνος που διατρέχει ένα άτομο από τη ρύπανση του περιβάλλοντος είναι μικρότερος των άλλων καθιερωμένων παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως το κάπνισμα, ο σακχαρώδης διαβήτης, η υπέρταση και η παχυσαρκία, αποτελεί ένα σημαντικό κοινωνικό πρόβλημα υγείας καθώς οι πληθυσμοί των βιομηχανοποιημένων χωρών δέχονται ακούσια ισόβια έκθεση σε αυτή. Οι παράμετροι που συναντώνται στους περιβαλλοντικούς ρύπους περιλαμβάνουν μονοξείδιο του άνθρακα, άζωτο, διοξείδιο του θείου, όζον και μικροσωματίδια.
Ιδιαίτερα τα τελευταία όταν ανευρίσκονται σε συγκέντρωση 10 μικρογραμμαρίων ανά κυβικό μέτρο αέρα φαίνεται να είναι ικανά να αυξήσουν τη θνητότητα κατά 12%. Το μονοξείδιο του άνθρακα παράγεται από τα καυσαέρια των αυτοκινήτων αλλά και από την καύση του τσιγάρου και αποτελεί ισχυρά τοξικό αέριο καθώς όταν η συγκέντρωση του στο αίμα αυξάνεται, η ποσότητα οξυγόνου που μεταφέρεται με το αίμα μειώνεται.
Έτσι, το κάπνισμα αλλά και η εισπνοή του καπνού αυξάνουν τα επίπεδα μονοξειδίου του άνθρακα στο αίμα μας, οδηγώντας σε αναπνευστική και καρδιακή νόσο. Το διοξείδιο του αζώτου παράγεται από τα ρυπογόνα αέρια αυτοκινήτων και βιομηχανιών και οδηγεί σε εμφάνιση εμφυσηματικών αλλαγών στον πνεύμονα.
Φαίνεται ότι η ρύπανση του περιβάλλοντος οδηγεί σε σημαντική αύξηση της νοσηρότητας και θνητότητας των πληθυσμών σε βαθμό ανάλογο του χρόνου έκθεσης και της συγκέντρωσης των ρύπων στον ατμοσφαιρικό αέρα.
Εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ»
Αφού κάνετε την έρευνά σας, σας προτείνω να δείτε και τα παρακάτω:
Dr. Λάμπρος Γερακούλιας M.D. [E.H.]
(alert-success)
Τα κείμενα είναι καθαρά πληροφοριακά και σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να θεωρηθούν ως θεραπευτικές ιατρικές συνταγές ή ότι συνιστούν αντικατάσταση του θεράποντος γιατρού και των υποδείξεών του. Η απόφαση για τη σπουδαιότητα των συμβουλών είναι προσωπικά και απόλυτα δική σας.